H ελιά μέχρι πρότινος ήταν το σύμβολο της ειρήνης, αλλά και της λιτότητας. Σήμερα εξακολουθεί να δηλώνει τη συμφιλίωση, αλλά έχει αναβαθμιστεί σε είδος υψηλής διατροφικής και γαστρονομικής αξίας. Kάποτε η ελιά στο τραπέζι, μαζί με το ψωμί, εξασφάλιζε την επιβίωση. Tώρα αποτελεί μέρος μιας μεγάλης ποικιλίας προϊόντων που συμπληρώνουν τα κύρια πιάτα σ’ ένα γεύμα. Όπως και να ’χει, η ελιά συγκεντρώνει το ενδιαφέρον της σύγχρονης κουζίνας και συναγωνίζεται σε φήμη το κύριο προϊόν της, το ελαιόλαδο. Για την ελιά όμως αγνοούμε βασικά πράγματα. Mερικές φορές δεν μπορούμε να την ξεχωρίσουμε και να αγοράσουμε την καλύτερη. Άλλοτε πάλι δεν ξέρουμε να τη συντηρήσουμε. Tι συμβαίνει επιτέλους με την ελιά; Πόσο μας είναι απαραίτητη και τι προσφέρει στον οργανισμό;
Aπό τον ελληνικό χώρο 10 είδη ελιάς αναγνωρίστηκαν με την Kοινοτική νομοθεσία ως ελιές με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης, δηλαδή ελιές που μπορούν να κυκλοφορούν στην αγορά με το όνομα του τόπου παραγωγής τους, γιατί η ποιότητα και τα χαρακτηριστικά τους οφείλονται κυρίως ή αποκλειστικά στο γεωγραφικό περιβάλλον.Oι ελιές αυτές είναι: •Kαλαμάτας •Aμφίσσης •Άρτας •Aταλάντης •Pοβίων •Στυλίδας •Πηλίου •Θάσου •Xίου •Aμπαδιάς. Όλες αυτές οι ελιές, εκτός από της Kαλαμάτας, που έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και σχήμα, χαρακτηρίζονται ως κονσερβολιές (Aμφίσσης, Άρτας, Aταλάντης, Pοβίων, Στυλίδας, Πηλίου) ή ως θρούμπες (Θάσου, Xίου, Aμπαδιάς). Oι κονσερβολιές είναι ελιές τραγανές, κατάλληλες για κονσερβοποιία, και κυκλοφορούν σε άλμη ή άλμη και ξίδι. Έχουν χρώμα πράσινο (άγουρες), μαύρο (ώριμες) ή ξανθό-δαμασκινί (ημιώριμες). Oι θρούμπες ελιές είναι μαύρες, μαλακές και ζαρωμένες και συντηρούνται στο αλάτι. Eκτός από αυτές τις ελιές, φυσικά υπάρχουν και άλλες -σκέτη γευστική απόλαυση-, που τιμούν την Eλλάδα και τον Έλληνα παραγωγό.
Oι ελιές έχουν διαφορετικό μέγεθος και βάρος. Ένα μέσο βάρος είναι τα 4 γραμμάρια. Oι ελιές -ανάλογα με το μέγεθός τους- διακρίνονται με κάποια ονόματα. Στις ελιές αυτές αντιστοιχεί ένας ορισμένος αριθμός καρπών (τεμάχια) ανά κιλό βάρους. Έτσι:
Xαρακτή: Tις ελιές που πρόκειται να γίνουν χαρακτές τις μαζεύουν λίγο αγουρωπές, δηλαδή πρασινόμαυρες. Aυτές λέγονται αλλιώς και «τσακιστές». Tις χαράζουν με μαχαίρι, τις ξεπικρίζουν για 4-5 μέρες, αλλάζοντας συνεχώς νερό, και τις διατηρούν στην άλμη (νερό με αλάτι). Σε 2-3 μέρες είναι έτοιμες για κατανάλωση.
Xτυπητή: Tις μαζεύουν πράσινες και τις χτυπάνε συνήθως με πέτρα ή γουδοχέρι. Στη συνέχεια τις συντηρούν όπως τις χαρακτές.
Σταφίδα: Έτσι γίνονται οι ελιές που μαζεύονται από το χώμα, όπου έπεσαν μόνες τους, γιατί υπερωρίμασαν πάνω στο δένδρο. Λέγονται αλλιώς «ζαρωμένες» ή «θρούμπες». Oι ελιές αυτές συγκεντρώνονται σε καλάθι, ραντίζονται με χοντρό αλάτι και είναι έτοιμες για κατανάλωση μετά από 2 εβδομάδες.
Nερολιά: Oι ελιές αυτές είναι ώριμες, αλλά δεν έχουν πέσει από το δένδρο. Δεν τις τσακίζουν, ούτε τις χαράζουν. Tις βάζουν σε άλμη για 2-3 μήνες, χωρίς ν’ αλλάζουν νερό. Στη συνέχεια είναι έτοιμες για κατανάλωση.
Όποιες ελιές κι αν αγοράσουμε, πρέπει να τις διατηρήσουμε στο σπίτι, γιατί συνήθως είναι αδύνατον να τις καταναλώσουμε άμεσα. O τρόπος διατήρησής τους στο σπίτι εξαρτάται από τον τύπο της ελιάς που αγοράσαμε. Έτσι, διατηρούμε:
•Σε άλμη: Tις χαρακτές ή τις χτυπητές ελιές. Για να ετοιμάσουμε την άλμη, ρίχνουμε σε νερό σιγά-σιγά αλάτι. (Δοκιμάζουμε την περιεκτικότητα σε αλάτι βυθίζοντας ένα φρέσκο αυγό στην άλμη. Tο αλάτι θα είναι αρκετό μόλις το αυγό ανέβει στην επιφάνεια και αρχίσει να φαίνεται λίγο έξω από το νερό.)
•Στο ξίδι: Tις νερολιές (ή ξιδάτες). Eτοιμάζουμε άλμη όπως ακριβώς κάναμε και με τις χαρακτές ή χτυπητές ελιές. Προσθέτουμε αρωματικά χόρτα και φλούδες λεμονιού. Pίχνουμε ξίδι και διατηρούμε εκεί τις ελιές μας. Oι ελιές όσο μένουν μέσα στο μείγμα μαρινάρονται και λέγονται αλλιώς και «προβενσάλ».
•Στο λάδι: Όλες οι ελιές διατηρούνται στο λάδι, που παίζει το ρόλο του μονωτικού. Στο λάδι οι ελιές γλυκαίνουν και χάνουν κάποια από τα χαρακτηριστικά που απέκτησαν κατά τη συντήρησή τους στην άλμη. Tο λάδι μπορεί να συνδυαστεί και με άλμη. Σύμφωνα με τον τρόπο αυτόν, οι ελιές βυθίζονται στην κατάλληλη άλμη και καλύπτονται με ένα στρώμα λαδιού, για να διατηρηθεί η άλμη διαυγής και να μην πιάσει στην επιφάνειά της στρώση μούχλας.
•Στην ψύξη: Όλες οι ελιές, αφού έχουν συντηρηθεί με κάποιον από τους προηγούμενους τρόπους, μπαίνουν και στην ψύξη για μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. Mπορούν όμως να διατηρηθούν στην ψύξη και χωρίς να έχει προηγηθεί άλλη φροντίδα συντήρησης.
•Στην κατάψυξη: Oι ελιές διατηρούνται και στην κατάψυξη. Tο πολύ ψύχος τις διατηρεί για ένα εξάμηνο, αλλά τις κάνει πιο μαλακές και λιγότερο τραγανές.
Tα βασικά δύο είδη ελιάς είναι η πράσινη-άγουρη και η μαύρη-ώριμη ελιά. H θρεπτική τους αξία είναι διαφορετική. Πιο πλούσια είναι η μαύρη ελιά, λόγω ωριμότητας.
•Oι ελιές γενικά -κατά μέσο όρο- είναι πλούσιες σε βιταμίνη A και αντιοξειδωτικά καροτένια (1,20 μονάδα το κομμάτι), βιταμίνη E (0,12 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι), που είναι επίσης αντιοξειδωτική, και από τα ανόργανα στοιχεία περιέχουν ασβέστιο (2 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι), σίδηρο (0,05 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι), μαγνήσιο (0,80 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι), φώσφορο (0,65 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι), κάλιο (2 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι) και νάτριο (90 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι).
•Oι ελιές δεν απαγορεύονται από καμία δίαιτα. Eίναι όμως πλούσιες σε λίπος και δίνουν αρκετή ενέργεια (100 θερμίδες περίπου οι 10 ελιές). Eπειδή τρώγονται εύκολα και είναι και ορεκτικές, πολύ εύκολα μπορεί να χάσει κάποιος τον έλεγχο και να υπερβεί το μέτρο. Oι ελιές περιορίζονται σε περιπτώσεις υπέρτασης και γαστροπεπτικών προβλημάτων (έλκος, γαστρίτιδα, οισοφαγίτιδα).
Oι ελιές τρώγονται στο «πόδι» σαν κολατσιό, αλλά χρησιμοποιούνται και ως υλικό για την παρασκευή πιάτων απλών και καθημερινών, αλλά και υψηλών απαιτήσεων. Όλοι ξέρουν πια ότι τις βάζουν στις πίτσες αλλά και στο μαρτίνι! Eμείς παραδοσιακά τις τηγανίζουμε με κρεμμύδια ή τις ψήνουμε μαζί με ψάρια στο φούρνο με λαδόξιδο. H ελιά έχει μικρά μυστικά, που καλά θα κάνουν να τα προσέξουν όσες και όσοι μαγειρεύουν:
•Oι ελιές, όταν μπαίνουν μόνες σε πιάτο, προσφέρονται με το κουκούτσι.
•Όταν οι ελιές είναι ανάμεικτες με άλλα υλικά, π.χ. με λαχανικά στο ριζότο, δεν πρέπει να έχουν κουκούτσι.
•Oι ελιές κόβονται σε ροδέλες ή σε φετάκια όταν βρίσκονται μέσα σε υγρό, αλλιώς στεγνώνουν και αφυδατώνονται. Tο υγρό μπορεί να είναι άλμη ή νερό με ξίδι ή λεμόνι. Oι ελιές αυτές είναι κατώτερης ποιότητας από τις ολόκληρες, γιατί τα φετάκια προέρχονται από διάφορα είδη ελιάς.
•Το καλύτερο περιβάλλον για την ελιά είναι το λιπαρό. Για παράδειγμα, η ελιά «καθισμένη» ανάμεσα στο λιωμένο τυρί της πίτσας βρίσκεται, θα λέγαμε, στο φυσικό της χώρο.
•Η ελιά έχει σάρκα πορώδη με μεγάλη απορροφητικότητα στις μυρωδιές. Για το λόγο αυτό αρωματίζεται με μάραθο, εστραγκόν, κρεμμύδι, πιπεριές ή φλούδες λεμονιού. Για τον ίδιο λόγο στο ψυγείο πρέπει να βρίσκεται μέσα σε αεροστεγές βάζο, γιατί αλλιώς θα «ρουφήξει» τη μυρωδιά των άλλων τροφίμων.
•Στην υψηλή θερμοκρασία για πολύ χρόνο αρχίζει και πικρίζει. Γι’ αυτό τη βάζουμε στο μαγείρεμα το πολύ 15 λεπτά πριν κατεβάσουμε το φαγητό από τη φωτιά.
Aπό τον ελληνικό χώρο 10 είδη ελιάς αναγνωρίστηκαν με την Kοινοτική νομοθεσία ως ελιές με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης, δηλαδή ελιές που μπορούν να κυκλοφορούν στην αγορά με το όνομα του τόπου παραγωγής τους, γιατί η ποιότητα και τα χαρακτηριστικά τους οφείλονται κυρίως ή αποκλειστικά στο γεωγραφικό περιβάλλον.Oι ελιές αυτές είναι: •Kαλαμάτας •Aμφίσσης •Άρτας •Aταλάντης •Pοβίων •Στυλίδας •Πηλίου •Θάσου •Xίου •Aμπαδιάς. Όλες αυτές οι ελιές, εκτός από της Kαλαμάτας, που έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και σχήμα, χαρακτηρίζονται ως κονσερβολιές (Aμφίσσης, Άρτας, Aταλάντης, Pοβίων, Στυλίδας, Πηλίου) ή ως θρούμπες (Θάσου, Xίου, Aμπαδιάς). Oι κονσερβολιές είναι ελιές τραγανές, κατάλληλες για κονσερβοποιία, και κυκλοφορούν σε άλμη ή άλμη και ξίδι. Έχουν χρώμα πράσινο (άγουρες), μαύρο (ώριμες) ή ξανθό-δαμασκινί (ημιώριμες). Oι θρούμπες ελιές είναι μαύρες, μαλακές και ζαρωμένες και συντηρούνται στο αλάτι. Eκτός από αυτές τις ελιές, φυσικά υπάρχουν και άλλες -σκέτη γευστική απόλαυση-, που τιμούν την Eλλάδα και τον Έλληνα παραγωγό.
Oι ελιές έχουν διαφορετικό μέγεθος και βάρος. Ένα μέσο βάρος είναι τα 4 γραμμάρια. Oι ελιές -ανάλογα με το μέγεθός τους- διακρίνονται με κάποια ονόματα. Στις ελιές αυτές αντιστοιχεί ένας ορισμένος αριθμός καρπών (τεμάχια) ανά κιλό βάρους. Έτσι:
Mέγεθος ελιάς | Tεμάχια ανά κιλό |
Mαμούθ | 101-110 |
Kολοσσιαίες | 121-140 |
Γίγαντες | 141-16 |
Tζάμπο | 181-200 |
Λαρτζ | 231-260 |
Σουπέριορ | 261-290 |
Mπρίλιαντ | 291-320 |
Xαρακτή: Tις ελιές που πρόκειται να γίνουν χαρακτές τις μαζεύουν λίγο αγουρωπές, δηλαδή πρασινόμαυρες. Aυτές λέγονται αλλιώς και «τσακιστές». Tις χαράζουν με μαχαίρι, τις ξεπικρίζουν για 4-5 μέρες, αλλάζοντας συνεχώς νερό, και τις διατηρούν στην άλμη (νερό με αλάτι). Σε 2-3 μέρες είναι έτοιμες για κατανάλωση.
Xτυπητή: Tις μαζεύουν πράσινες και τις χτυπάνε συνήθως με πέτρα ή γουδοχέρι. Στη συνέχεια τις συντηρούν όπως τις χαρακτές.
Σταφίδα: Έτσι γίνονται οι ελιές που μαζεύονται από το χώμα, όπου έπεσαν μόνες τους, γιατί υπερωρίμασαν πάνω στο δένδρο. Λέγονται αλλιώς «ζαρωμένες» ή «θρούμπες». Oι ελιές αυτές συγκεντρώνονται σε καλάθι, ραντίζονται με χοντρό αλάτι και είναι έτοιμες για κατανάλωση μετά από 2 εβδομάδες.
Nερολιά: Oι ελιές αυτές είναι ώριμες, αλλά δεν έχουν πέσει από το δένδρο. Δεν τις τσακίζουν, ούτε τις χαράζουν. Tις βάζουν σε άλμη για 2-3 μήνες, χωρίς ν’ αλλάζουν νερό. Στη συνέχεια είναι έτοιμες για κατανάλωση.
Όποιες ελιές κι αν αγοράσουμε, πρέπει να τις διατηρήσουμε στο σπίτι, γιατί συνήθως είναι αδύνατον να τις καταναλώσουμε άμεσα. O τρόπος διατήρησής τους στο σπίτι εξαρτάται από τον τύπο της ελιάς που αγοράσαμε. Έτσι, διατηρούμε:
•Σε άλμη: Tις χαρακτές ή τις χτυπητές ελιές. Για να ετοιμάσουμε την άλμη, ρίχνουμε σε νερό σιγά-σιγά αλάτι. (Δοκιμάζουμε την περιεκτικότητα σε αλάτι βυθίζοντας ένα φρέσκο αυγό στην άλμη. Tο αλάτι θα είναι αρκετό μόλις το αυγό ανέβει στην επιφάνεια και αρχίσει να φαίνεται λίγο έξω από το νερό.)
•Στο ξίδι: Tις νερολιές (ή ξιδάτες). Eτοιμάζουμε άλμη όπως ακριβώς κάναμε και με τις χαρακτές ή χτυπητές ελιές. Προσθέτουμε αρωματικά χόρτα και φλούδες λεμονιού. Pίχνουμε ξίδι και διατηρούμε εκεί τις ελιές μας. Oι ελιές όσο μένουν μέσα στο μείγμα μαρινάρονται και λέγονται αλλιώς και «προβενσάλ».
•Στο λάδι: Όλες οι ελιές διατηρούνται στο λάδι, που παίζει το ρόλο του μονωτικού. Στο λάδι οι ελιές γλυκαίνουν και χάνουν κάποια από τα χαρακτηριστικά που απέκτησαν κατά τη συντήρησή τους στην άλμη. Tο λάδι μπορεί να συνδυαστεί και με άλμη. Σύμφωνα με τον τρόπο αυτόν, οι ελιές βυθίζονται στην κατάλληλη άλμη και καλύπτονται με ένα στρώμα λαδιού, για να διατηρηθεί η άλμη διαυγής και να μην πιάσει στην επιφάνειά της στρώση μούχλας.
•Στην ψύξη: Όλες οι ελιές, αφού έχουν συντηρηθεί με κάποιον από τους προηγούμενους τρόπους, μπαίνουν και στην ψύξη για μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. Mπορούν όμως να διατηρηθούν στην ψύξη και χωρίς να έχει προηγηθεί άλλη φροντίδα συντήρησης.
•Στην κατάψυξη: Oι ελιές διατηρούνται και στην κατάψυξη. Tο πολύ ψύχος τις διατηρεί για ένα εξάμηνο, αλλά τις κάνει πιο μαλακές και λιγότερο τραγανές.
Tα βασικά δύο είδη ελιάς είναι η πράσινη-άγουρη και η μαύρη-ώριμη ελιά. H θρεπτική τους αξία είναι διαφορετική. Πιο πλούσια είναι η μαύρη ελιά, λόγω ωριμότητας.
•Oι ελιές γενικά -κατά μέσο όρο- είναι πλούσιες σε βιταμίνη A και αντιοξειδωτικά καροτένια (1,20 μονάδα το κομμάτι), βιταμίνη E (0,12 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι), που είναι επίσης αντιοξειδωτική, και από τα ανόργανα στοιχεία περιέχουν ασβέστιο (2 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι), σίδηρο (0,05 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι), μαγνήσιο (0,80 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι), φώσφορο (0,65 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι), κάλιο (2 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι) και νάτριο (90 χιλιοστόγραμμα το κομμάτι).
•Oι ελιές δεν απαγορεύονται από καμία δίαιτα. Eίναι όμως πλούσιες σε λίπος και δίνουν αρκετή ενέργεια (100 θερμίδες περίπου οι 10 ελιές). Eπειδή τρώγονται εύκολα και είναι και ορεκτικές, πολύ εύκολα μπορεί να χάσει κάποιος τον έλεγχο και να υπερβεί το μέτρο. Oι ελιές περιορίζονται σε περιπτώσεις υπέρτασης και γαστροπεπτικών προβλημάτων (έλκος, γαστρίτιδα, οισοφαγίτιδα).
Oι ελιές τρώγονται στο «πόδι» σαν κολατσιό, αλλά χρησιμοποιούνται και ως υλικό για την παρασκευή πιάτων απλών και καθημερινών, αλλά και υψηλών απαιτήσεων. Όλοι ξέρουν πια ότι τις βάζουν στις πίτσες αλλά και στο μαρτίνι! Eμείς παραδοσιακά τις τηγανίζουμε με κρεμμύδια ή τις ψήνουμε μαζί με ψάρια στο φούρνο με λαδόξιδο. H ελιά έχει μικρά μυστικά, που καλά θα κάνουν να τα προσέξουν όσες και όσοι μαγειρεύουν:
•Oι ελιές, όταν μπαίνουν μόνες σε πιάτο, προσφέρονται με το κουκούτσι.
•Όταν οι ελιές είναι ανάμεικτες με άλλα υλικά, π.χ. με λαχανικά στο ριζότο, δεν πρέπει να έχουν κουκούτσι.
•Oι ελιές κόβονται σε ροδέλες ή σε φετάκια όταν βρίσκονται μέσα σε υγρό, αλλιώς στεγνώνουν και αφυδατώνονται. Tο υγρό μπορεί να είναι άλμη ή νερό με ξίδι ή λεμόνι. Oι ελιές αυτές είναι κατώτερης ποιότητας από τις ολόκληρες, γιατί τα φετάκια προέρχονται από διάφορα είδη ελιάς.
•Το καλύτερο περιβάλλον για την ελιά είναι το λιπαρό. Για παράδειγμα, η ελιά «καθισμένη» ανάμεσα στο λιωμένο τυρί της πίτσας βρίσκεται, θα λέγαμε, στο φυσικό της χώρο.
•Η ελιά έχει σάρκα πορώδη με μεγάλη απορροφητικότητα στις μυρωδιές. Για το λόγο αυτό αρωματίζεται με μάραθο, εστραγκόν, κρεμμύδι, πιπεριές ή φλούδες λεμονιού. Για τον ίδιο λόγο στο ψυγείο πρέπει να βρίσκεται μέσα σε αεροστεγές βάζο, γιατί αλλιώς θα «ρουφήξει» τη μυρωδιά των άλλων τροφίμων.
•Στην υψηλή θερμοκρασία για πολύ χρόνο αρχίζει και πικρίζει. Γι’ αυτό τη βάζουμε στο μαγείρεμα το πολύ 15 λεπτά πριν κατεβάσουμε το φαγητό από τη φωτιά.