Στον απόηχο των ερευνών του πανεπιστημίου του Davis, οι
σύνδεσμοι και τα μέσα ενημέρωσης των καταναλωτών – όπως το Consumer Reports –
δεν έχουν πάψει να ασχολούνται με το ελαιόλαδο και μάλιστα το έξτρα παρθένο.
Πρόσφατα, σε ένα τεστ που έκαναν οι ειδικοί τους βρήκαν ότι από τα 23 έξτρα παρθένα που εξέτασαν, μόνο τα 9 ήταν χωρίς ελαττώματα. Ποιοι ήταν οι «ειδικοί» και ποια ήταν η μέθοδος αξιολόγησης δεν αναφέρουν.
Όμως τα αποτελέσματα ήταν σαφή. Μόνο δυο κατατάχθηκαν σαν «εξαιρετικά», έξι σαν «πολύ καλά», πέντε σαν «καλά» και τα υπόλοιπα δέκα θεωρήθηκαν είτε «μέτρια», είτε «φτωχά» με ελαττώματα.
Δεν προκαλεί έκπληξη ότι τις υψηλότερες βαθμολογίες έχουν κατακτήσει λάδια από την Καλιφόρνια. Οι συστάσεις είναι σαφείς για προτίμηση των Καλιφορνέζικων λαδιών παρά το γεγονός ότι αποτελούν (ακόμη) το 3% της συνολικής αμερικάνικης κατανάλωσης.
«Κοιτάξτε προς τη Δύση» προτρέπει το περιοδικό, σημειώνοντας ότι δεν χρειάζεται ένας καταναλωτής να αγοράσει κάποια ιταλική επωνυμία προκειμένου να βρει τις καλύτερες ποιότητες. Μάλιστα, ένα από τα λάδια με πολύ υψηλή βαθμολογία προερχόταν από τη Χιλή. Μόνο για δύο, Lucini (30 $/lt) και Kirkland Signature (11,5 $/lt), αναγνωρίζει ότι προέρχονται 100% από ιταλικές ελιές, ενώ τα υπόλοιπα τα θεωρεί μίγματα διαφόρων χωρών.
Στις συνταγές μαγειρικής περιλαμβάνεται μέχρι και το παγωτό (!), ενώ ενδιαφέρουσα είναι η προτροπή να μάθουν οι καταναλωτές να δοκιμάζουν τις γεύσεις και τα αρώματα των ελαιολάδων όπως και για το κρασί.
Η γκάμα των τιμών κυμαίνεται από 7,2 έως 18,4 $/lt για τα περισσότερα εκτός από δυο καλιφορνέζικα που κινούνται στα 57,8 $/lt (!).
Το παραπάνω άρθρο είναι χαρακτηριστικό του δυναμισμού της αμερικάνικης ελαιοκομίας που αναπτύσσεται με ρυθμούς 2,6 % ετησίως τα τελευταία χρόνια έχοντας φθάσει κύκλο εργασιών 1,2 δισ. δολάρια από 452 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο.
Άλλωστε και οι προβλέψεις για τα επόμενα χρόνια είναι θετικές αναμένοντας αύξηση της κατά κεφαλήν κατανάλωσης που σήμερα είναι μόνο ένα λίτρο ετησίως.
Πρόσφατα, σε ένα τεστ που έκαναν οι ειδικοί τους βρήκαν ότι από τα 23 έξτρα παρθένα που εξέτασαν, μόνο τα 9 ήταν χωρίς ελαττώματα. Ποιοι ήταν οι «ειδικοί» και ποια ήταν η μέθοδος αξιολόγησης δεν αναφέρουν.
Όμως τα αποτελέσματα ήταν σαφή. Μόνο δυο κατατάχθηκαν σαν «εξαιρετικά», έξι σαν «πολύ καλά», πέντε σαν «καλά» και τα υπόλοιπα δέκα θεωρήθηκαν είτε «μέτρια», είτε «φτωχά» με ελαττώματα.
Δεν προκαλεί έκπληξη ότι τις υψηλότερες βαθμολογίες έχουν κατακτήσει λάδια από την Καλιφόρνια. Οι συστάσεις είναι σαφείς για προτίμηση των Καλιφορνέζικων λαδιών παρά το γεγονός ότι αποτελούν (ακόμη) το 3% της συνολικής αμερικάνικης κατανάλωσης.
«Κοιτάξτε προς τη Δύση» προτρέπει το περιοδικό, σημειώνοντας ότι δεν χρειάζεται ένας καταναλωτής να αγοράσει κάποια ιταλική επωνυμία προκειμένου να βρει τις καλύτερες ποιότητες. Μάλιστα, ένα από τα λάδια με πολύ υψηλή βαθμολογία προερχόταν από τη Χιλή. Μόνο για δύο, Lucini (30 $/lt) και Kirkland Signature (11,5 $/lt), αναγνωρίζει ότι προέρχονται 100% από ιταλικές ελιές, ενώ τα υπόλοιπα τα θεωρεί μίγματα διαφόρων χωρών.
Στις συνταγές μαγειρικής περιλαμβάνεται μέχρι και το παγωτό (!), ενώ ενδιαφέρουσα είναι η προτροπή να μάθουν οι καταναλωτές να δοκιμάζουν τις γεύσεις και τα αρώματα των ελαιολάδων όπως και για το κρασί.
Η γκάμα των τιμών κυμαίνεται από 7,2 έως 18,4 $/lt για τα περισσότερα εκτός από δυο καλιφορνέζικα που κινούνται στα 57,8 $/lt (!).
Το παραπάνω άρθρο είναι χαρακτηριστικό του δυναμισμού της αμερικάνικης ελαιοκομίας που αναπτύσσεται με ρυθμούς 2,6 % ετησίως τα τελευταία χρόνια έχοντας φθάσει κύκλο εργασιών 1,2 δισ. δολάρια από 452 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο.
Άλλωστε και οι προβλέψεις για τα επόμενα χρόνια είναι θετικές αναμένοντας αύξηση της κατά κεφαλήν κατανάλωσης που σήμερα είναι μόνο ένα λίτρο ετησίως.